- μετροταινία
- ημεταλλική ή λινή ταινία με την οποία μετρούν μεγάλες εκτάσεις και αποστάσεις: Μετρήσαμε την έκταση του χωραφιού με μετροταινία.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
μετροταινία — η λινή, πλαστική ή μεταλλική ταινία βαθμονομημένη σε μέτρα, εκατοστόμετρα και χιλιοστόμετρα που χρησιμοποιείται ως όργανο μέτρησης μήκους. [ΕΤΥΜΟΛ. < μέτρο + ταινία (πρβλ. μαγνητο ταινία). Η λ. μαρτυρείται από το 1889 στην εφημερίδα Εφημερίς] … Dictionary of Greek
μέτρο — Υπόγειος ηλεκτρικός σιδηρόδρομος, που έχει ως βασικά χαρακτηριστικά γνωρίσματα τη μεγάλη ταχύτητα μεταφοράς, την πυκνότητα των σταθμών ανάμεσα στην αφετηρία και στο τέρμα (500 1000μ.) καθώς και την αξιοπιστία ως μέσο μεταφοράς. Οι σιδηροδρομικές… … Dictionary of Greek
ταινία — (taenia solium ταινία η μονήρης). Παράσιτο του γένους των πλατυέλμινθων, της τάξης των κεστωδών, της οποίας αποτελεί τυπικό είδος. Η τ. αυτή συμπληρώνει συνήθως την τελική φάση της ανάπτυξής της παρασιτώντας στο λεπτό έντερο του ανθρώπου, όπου… … Dictionary of Greek